Εξωτερική Επιφάνεια Ενθέματος Σιλικόνης
Η Εξωτερική επιφάνεια ενθέματος σιλικόνης διακρίνεται σε δύο είδη:
- α) Η τραχεία επιφάνεια και
- β) η λεία επιφάνεια.
Η εξωτερική επιφάνεια ενθέματος σιλικόνης είναι πολύ ανθεκτική. Μπορεί να αντέξει σε πολύ μεγάλες πιέσεις, χωρίς να σπάσει.
α) Εξωτερική επιφάνεια ενθέματος σιλικόνης - Τραχεία επιφάνεια
Όταν η εξωτερική επιφάνεια ενθέματος σιλικόνης μοιάζει οπτικά σαν γυαλόχαρτο (όχι και στην υφή), αυτά ονομάζονται τραχείας επιφανείας. Χρησιμοποιούνται κατά πλειοψηφία και πλεονεκτούν ως προς το ότι η τραχεία επιφάνεια κάνει τη μετακίνησή τους πιο δύσκολη.
Το κύριο πλεονέκτημά τους είναι ότι έχουν λιγότερες πιθανότητες δημιουργίας κάψας, (σκληρού περιβλήματος γύρω από το ένθεμα), αν και υπάρχουν μελέτες οι οποίες λένε ότι οι πιθανότητες αυτές μεταξύ λείας και τραχείας επιφανείας ενθεμάτων είναι περίπου αντίστοιχες. Ως μειονέκτημα πολλοί αναφέρουν ότι υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να δημιουργηθεί ρυτίδωση ή συλλογή ορού γύρω από το ένθεμα. Αυτό όμως είναι κάτι στο οποίο οι πλαστικοί χειρουργοί δεν συμφωνούν μεταξύ τους.
β) Εξωτερική επιφάνεια ενθέματος σιλικόνης - Λεία ή σχεδόν λεία επιφάνεια
Όταν η εξωτερική επιφάνεια ενθέματος σιλικόνης είναι λεία, τότε ονομάζονται λείας επιφανείας. Τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί τα νεότερης γενιάς ενθέματα, τα οποία έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο. Στο παρελθόν τα λείας επιφανείας ενθέματα είχαν χρησιμοποιηθεί λιγότερο διότι είχαν το μειονέκτημα του ότι είχαν περισσότερες πιθανότητες δημιουργίας κάψας.
Τα νεότερης γενιάς λείας ή σχεδόν λείας επιφανείας ενθέματα έχουν μειώσει έως και λύσει το πρόβλημα της δημιουργίας κάψας, όταν τοποθετηθούν κάτω από το μείζονα θωρακικό μυ.
Πλεονεκτήματα που παρουσιάζουν τα νέας γενιάς ενθέματα:
έρχονται σε μικρότερη επαφή με τον οργανισμό, καθώς η λεία επιφάνεια έχει λιγότερο συνολικό εμβαδόν, μειώνοντας την πιθανότητα δημιουργίας κάψας.
η λεία επιφάνεια έχει λιγότερες πιθανότητες δημιουργίας ρυτιδώσεων.
φαίνεται ότι το εξωτερικό τους τοίχωμα είναι πιο ανθεκτικό, μειώνοντας την πιθανότητα ρήξης.
Τα νέας γενιάς λείας επιφανείας ενθέματα φαίνεται ότι έχουν τα πλεονεκτήματα των ενθεμάτων λείας επιφανείας έχοντας λύσει τα προβλήματα που παρουσίαζαν τα παλαιότερης γενιάς λείας επιφανείας, επομένως έχουν μόνο πλεονεκτήματα.
γ) Εξωτερική επιφάνεια ενθέματος σιλικόνης - Ενθέματα πολυουρεθάνης
Τα ενθέματα σιλικόνης πρωτοεμφανίστηκαν το 1962. Το 1970 κατασκευάστηκαν νέου τύπου ενθέματα από σιλικόνη και πολυουρεθάνη. Αυτά αποσκοπούσαν στο να δώσουν ένα πιο φυσικό αποτέλεσμα. Το 1988 το FDA των ΗΠΑ, ονόμασε τα ενθέματα αυτά ως «Τύπου 3», δηλαδή έπρεπε να προσκομίσουν περισσότερα στοιχεία για την ασφάλεια τους.
Για το λόγο αυτό, το 1991 η εταιρεία που τα κατασκεύαζε απέσυρε τα ενθέματα αυτά μέχρι να γίνουν πιο ολοκληρωμένες μελέτες. Οι μελέτες αυτές αποσκοπούσαν κυρίως στο να διερευνήσουν την πιθανότητα η πολυουρεθάνη να ενοχοποιείται για καρκίνο του μαστού. Τέτοιες μελέτες έγιναν για πολλά χρόνια και καμία από αυτές δεν έδειξε ενοχοποίηση της πολυουρεθάνης για τον καρκίνο του μαστού.
Τα ενθέματα αυτά αποτελούνται από σιλικόνη, η οποία καλύπτεται από ένα στρώμα πολυουρεθάνης, που μοιάζει με βελούδινο επικάλυμμα. Ο λόγος για τον οποίο έχουν προταθεί τα ενθέματα αυτά, είναι οι πολύ μικρότερες πιθανότητες που έχουν για δημιουργία κάψας. Η «κάψα» είναι η πιο συχνή μακροπρόθεσμη επιπλοκή που μπορεί να έχει μια γυναίκα από την τοποθέτηση ενθεμάτων σιλικόνης.
Τα ενθέματα πολυουρεθάνης έχουν αρχίσει να ξαναχρησιμοποιούνται τα τελευταία χρόνια. Ο τρόπος τοποθέτησής τους είναι ο ίδιος με αυτών των ενθεμάτων σιλικόνης.
Η διαφοροποίησή τους στην τοποθέτηση έγκειται στο ότι χρειάζεται μεγαλύτερη εμπειρία από τον πλαστικό χειρουργό, όσον αφορά στο πού ακριβώς θα τα τοποθετήσει, διότι τα ενθέματα αυτά δεν μετακινούνται με το πέρασμα του χρόνου. Ως μορφή μοιάζουν με τα ενθέματα σιλικόνης, με τη μοναδική διαφορά ότι επικαλύπτονται από ένα αφρώδες βελούδινο υλικό διαφορετικού χρώματος.
Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των ενθεμάτων πολυουρεθάνης
Πλεονεκτήματα
1ον / Έχουν μικρότερη πιθανότητα δημιουργίας κάψας. Μελέτες έχουν αποδείξει ότι η πιθανότητα είναι σχεδόν μηδενική για το πρώτο διάστημα μετά την τοποθέτηση, καθώς φάνηκε ότι η πολυουρεθάνη με το πέρασμα του χρόνου διαλύεται κι απορροφάται από τον οργανισμό. Πέντε χρόνια μετά την τοποθέτηση των ενθεμάτων σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις υπάρχει ακόμα πολυουρεθάνη γύρω από το ένθεμα αλλά σε μειωμένη ποσότητα. Στο χρονικό διάστημα μεταξύ πέντε και δέκα ετών η πολυουρεθάνη αυτή εξαφανίζεται από την περιοχή.
Τα περισσότερα ενθέματα μετά τη δεκαετία δεν έχουν πολυουρεθάνη γύρω από αυτά. Για όσο χρονικό διάστημα υπάρχει πολυουρεθάνη, τα ποσοστά δημιουργίας κάψας είναι εξαιρετικά μικρά. Αυτό σημαίνει ότι το υλικό αυτό διασφαλίζει την πιθανότητα δημιουργίας κάψουλας για την πρώτη πενταετία έως δεκαετία. Μετά τα δέκα χρόνια φαίνεται ότι οι πιθανότητες αυτές είναι περίπου ίδιες με τα άλλα ενθέματα σιλικόνης, όπου η πιθανότητα δημιουργίας κάψουλας κυμαίνεται από 4 έως 14%. Στα ενθέματα πολυουρεθάνης για τα πρώτα δέκα χρόνια οι πιθανότητες αυτές είναι κάτω από 1%.
2ον / Η πολυουρεθάνη κρατάει το ένθεμα στη θέση του, επομένως δεν παρατηρείται πτώση ή μετακίνησή του. Αυτό μπορεί να είναι ευεργετικό σε ελαφρά πτωτικούς μαστούς διότι το ένθεμα τους συγκρατεί καλύτερα στην θέση τους.
Μειονεκτήματα
1ον / Το ότι το ένθεμα παραμένει πιο σταθερό στη θέση του μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι και μειονέκτημα. Τα ενθέματα σιλικόνης με το πέρασμα του χρόνου «κατεβαίνουν» λίγο προς τα κάτω και παίρνουν μια καλύτερη θέση. Όμως τα ενθέματα πολυουρεθάνης δεν «κατεβαίνουν» κι επομένως ενδέχεται να παραμείνουν τοποθετημένα πιο ψηλά από ό,τι χρειάζεται. Ο πλαστικός χειρουργός εάν δει ότι τα ενθέματα σιλικόνης είναι αρκετά ψηλά, μπορεί με κατάλληλο μασάζ να τα κάνει να κατέβουν λίγο πιο κάτω, ενώ στα ενθέματα πολυουρεθάνης αυτό δεν είναι εφικτό. Πρέπει αυτά να τοποθετηθούν στην ακριβή τους θέση από την αρχή.
Αυτό δεν είναι πάντα απόλυτα εφικτό διότι οι συνθήκες στο χειρουργείο, όπου η ασθενής βρίσκεται σε οριζόντια θέση, είναι διαφορετικές σε σχέση με τις συνθήκες που θα υπάρχουν σε όρθια θέση. Για τον λόγο αυτό τα ενθέματα πολυουρεθάνης έχουν μεγαλύτερα ποσοστά τοποθέτησης σε υψηλότερη θέση και μεγαλύτερα ποσοστά ασυμμετρίας.
2ον / Επειδή η πολυουρεθάνη «κολλάει» στους ιστούς, τα ενθέματα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αφαιρεθούν στο πρώτο εξάμηνο μετά την επέμβαση.
3ον / Κάποιες γυναίκες μπορεί να παρουσιάσουν αλλεργία στην πολυουρεθάνη, η οποία όμως υποχωρεί με αντισταμινικά.
4ον / Επειδή το ένθεμα κολλάει στους ιστούς, υπάρχει το ενδεχόμενο να ψηλαφιόνται κάποιες ρυτιδώσεις στο δέρμα.
5ον / Υπάρχει μια υποψία ότι η πολυουρεθάνη μπαίνει στο κυκλοφορικό σύστημα με άγνωστες συνέπειες για τον οργανισμό. Κάτι τέτοιο όμως, παρά τις πολύχρονες και εξαντλητικές μελέτες που έχουν γίνει, δεν έχει αποδειχθεί.
Να βάλω ή όχι ενθέματα πολυουρεθάνης;
Τα ενθέματα πολυουρεθάνης έχουν ιδιαιτερότητα ως προς την τοποθέτηση και ο πλαστικός χειρουργός πρέπει να γνωρίζει τον τρόπο που θα τα τοποθετήσει. Έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα σε σχέση με τα ενθέματα σιλικόνης, τα οποία θα πρέπει η γυναίκα να συζητήσει με τον πλαστικό χειρουργό.
Με βάση τις ιδιαιτερότητες της κάθε περίπτωσης, η γυναίκα σε συνεργασία και συνεννόηση με τον πλαστικό χειρουργό της θα λάβει την απόφαση για την Εξωτερική επιφάνεια ενθέματος σιλικόνης.
